Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

06 - Ο Κυκλοθυμικός Βασιλιάς - Jorge Bucay

ΟΤΑΝ ΑΡΧΙΣΑ ΝΑ ΜΙΛΑΩ αντιλήφθηκα πόσο δυναμικός ήμουν. Ένιωθα ευφορία. Ενώ μιλούσα στον Χόρχε, αναλογιζόμουν πόσα πράγματα είχα κάνει την περασμένη εβδομάδα.
Όπως άλλοτε, ένιωθα σαν Σούπερμαν, θριαμβευτής, ερωτευμένος με τη ζωή. Περιέγραφα στο Χοντρό τα σχέδια μου για τις επόμενες μέρες και γέμιζα δύναμη κι ενέργεια.
Ο Χοντρός χαμογέλασε χαρούμενος με συνένοχο ύφος.
Όπως πάντα, είχα την αίσθηση ότι ο άνθρωπος αυτός ακολουθούσε την ψυχική μου κατάσταση — όποια κι αν ήταν κάθε φορά. Να μοιράζομαι τη χαρά μου μαζί του, ήταν ένας παραπάνω λόγος για να νιώθω ευτυχισμένος. Όλα πήγαιναν καλά και συνέχιζα να κάνω σχέδια. Δεν θα μου έφταναν ούτε δυο ζωές για να κάνω όσα είχα σκοπό να κάνω.
«Να σου πω μια ιστορία;» μου είπε.
Παραδέχομαι ότι μου κόστισε, αλλά το βούλωσα.

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς που βασίλευε σε μια πολύ μακρινή χώρα. Ήταν καλός βασιλιάς αλλά είχε ένα πρόβλημα: ήταν βασιλιάς με διπλή προσωπικότητα.
Υπήρχαν μέρες που σηκωνόταν από το κρεβάτι διαχυτικός, κεφάτος, ευτυχισμένος.
Από το πρωί, οι μέρες εκείνες φαίνονταν υπέροχες. Οι κήποι του παλατιού έμοιαζαν ομορφότεροι. Οι υπηρέτες του —ένα παράξενο φαινόμενο!— γίνονταν ευγενικοί και αποτελεσματικοί.
Ενώ προγευμάτιζε, διαπίστωνε ότι στο βασίλειο του φτιαχνόταν τα καλύτερα άλευρα κι έβγαιναν τα νοστιμότερα φρούτα.
Τις μέρες εκείνες ο βασιλιάς μείωνε φόρους, μοίραζε πλούτη, έκανε χάρες κι έφτιαχνε νόμους για την ειρήνη και την ευημερία των γερόντων. Κάτι τέτοιες μέρες, ο βασιλιάς έκανε αποδεκτά όλα τα αιτήματα των υποτακτικών και των φίλων του.
Ωστόσο, υπήρχαν και οι άλλες μέρες.
Ήταν οι μαύρες μέρες. Από το πρωί αντιλαμβανόταν ότι θα προτιμούσε να είχε κοιμηθεί λίγο παραπάνω. Όμως, όταν το καταλάβαινε ήταν πια πολύ αργά και ο ύπνος είχε ήδη φύγει.
Όσες προσπάθειες κι αν έκανε δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί οι υπηρέτες του ήταν τόσο κακόκεφοι και δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Ο ήλιος τον ενοχλούσε περισσότερο κι από τη βροχή. Το φαγητό δεν ήταν αρκετά ζεστό κι ο καφές κρύος. Με την ιδέα και μόνο ότι θα δεχόταν επισκέψεις στο γραφείο, ο πονοκέφαλος του δυνάμωνε.
Κάτι τέτοιες μέρες, ο βασιλιάς σκεφτόταν τις υποχρεώσεις του που εκκρεμούσαν, και τρόμαζε στη σκέψη και μόνο όσων είχε να τακτοποιήσει. Ήταν οι μέρες που ο βασιλιάς αύξανε τους φόρους, έκανε κατασχέσεις, πίεζε τους αντιπάλους του...
Φοβόταν το παρόν και το μέλλον και τον καταδίωκαν τα λάθη του παρελθόντος. Τις μέρες εκείνες, έφτιαχνε νόμους σε βάρος του λαού του και η λέξη που χρησιμοποιούσε πιο πολύ ήταν το «όχι».
Επειδή ήξερε τα προβλήματα που του δημιουργούσαν αυτές οι αλλαγές στη διάθεση, ο βασιλιάς κάλεσε όλους τους σοφούς, τους μάγους και τους συμβούλους του βασιλείου, σε σύσκεψη.
«Κύριοι» τους είπε. «Όλοι σας γνωρίζετε τις αλλαγές στη διάθεση μου. Όλοι ευνοηθήκατε κάποτε από τα κέφια μου και υποφέρατε από τους θυμούς μου. Όμως, αυτός που υποφέρει περισσότερο είμαι εγώ ο ίδιος, διότι τη μια μέρα ξεκάνω αυτά που έκανα την άλλη, όταν έβλεπα πολύ διαφορετικά τα πράγματα.
Θέλω, κύριοι, να εργαστείτε όλοι μαζί ώστε να βρείτε μια θεραπεία, ένα φάρμακο ή ένα ξόρκι που να με κάνει να μην είμαι
τόσο αισιόδοξος ώστε να παραβλέπω τους κινδύνους, ούτε τόσο γελοία απαισιόδοξος ώστε να καταπιέζω και να πληγώνω όσους αγαπώ.»
Οι σοφοί δέχτηκαν την πρόκληση, και για κάμποσες εβδομάδες εργάστηκαν πάνω στο πρόβλημα του βασιλιά. Παρ' όλα αυτά, καμία αλχημεία, κανένα μαγικό και κανένα βοτάνι δεν κατάφερε να δώσει λύση στο θέμα.
Τότε, οι σύμβουλοι παρουσιάστηκαν στο βασιλιά και ομολόγησαν την αποτυχία τους.
Ο βασιλιάς έκλαψε.
Το επόμενο πρωί, ένας παράξενος επισκέπτης ζήτησε ακρόαση από το βασιλιά. Ήταν ένας μυστηριώδης άνθρωπος με σκούρο δέρμα που φορούσε ένα φθαρμένο μανδύα που κάποτε θα ήταν λευκός.
«Μεγαλειότατε» είπε κάνοντας μια υπόκλιση. «Στον τόπο απ' όπου έρχομαι μιλούν για τα προβλήματα σας και για τη στενοχώρια σας. Ήρθα να σας δώσω τη γιατρειά.»
Και, χαμηλώνοντας το κεφάλι, έδωσε στο βασιλιά ένα δερμάτινο κουτάκι.
Ο βασιλιάς, με έκπληξη και αδημονία, άνοιξε το κουτάκι κι έψαξε μέσα. Υπήρχε μόνο ένα ασημένιο δαχτυλίδι.
«Ευχαριστώ» είπε ο βασιλιάς ενθουσιασμένος. «Είναι ένα μαγικό δαχτυλίδι;»
«Ακριβώς, αυτό είναι» απάντησε ο ταξιδιώτης, «μόνο που η μαγεία του δεν ενεργεί απλώς και μόνο όταν το φοράς στο δάχτυλο...»
«Κάθε πρωί, όταν σηκώνεσαι, πρέπει να διαβάζεις την επιγραφή που έχει μέσα το δαχτυλίδι και να θυμάσαι τα λόγια αυτά κάθε φορά που θα βλέπεις το δαχτυλίδι στο δάχτυλο σου.»
Ο βασιλιάς σήκωσε το δαχτυλίδι και διάβασε δυνατά:

«Πρέπει να ξέρεις ότι και αυτό θα περάσει».

Απόσπασμα από το βιβλίο του Jorge Bucay με τίτλο «Να σου πω μια ιστορία»

Διαβάστε περισσότερα:

01 - Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας – Μια διδακτική ιστορία
02 - Κοινός Παράγοντας - Jorge Bucay
04 - Tο Τούβλο Μπούμερανγκ - Jorge Bucay 
05 - H Αληθινή Αξια του Δαχτυλιδιού - Jorge Bucay 


KANE LIKE ΔΕΙΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ street2310.blogspot.com


back home


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...